- ραΐα
- ἡ, Α(συν. στην αιτ.) ῥαίαν(κατά τον Ησύχ.) «ὑγείαν».[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. παράγεται πιθανότατα από το ρ. ρἁΐζω* «αναλαμβάνω από αρρώστια» (πρβλ. και ῥαϊξία)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ῥαία — ῥαίᾱ , ῥάιος fem nom/voc/acc dual ῥαίᾱ , ῥάιος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥαῖα — ῥάιος neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥαίαν — ῥαίᾱν , ῥάιος fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… … Dictionary of Greek
ARGIVA — Iuno ab Argis ita cognominata, quô locô sacra eius celebrabantur. Virg. Aen. l. 3. v. 547. Iunoni Argivae sacros adolemus honores. Signum eius hôc modô describit Pausan. l. 2. Deae signum (inquit) in solio sedet, eximiâ magnitudine, aurô et ebore … Hofmann J. Lexicon universale
ραϊζία — Α (κατά τον Ησύχ.) (στους Ταραντίνους) «τόπος ἴδιος ἰατροῡ». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. παράγεται πιθανότατα από τ. ρ. ῥαΐζω* «αναλαμβάνω από αρρώστια» (πρβλ. και ραΐα)] … Dictionary of Greek